ἐσάλπισεν

ἐσάλπισεν
σαλπίζω
sound the trumpet
aor ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • κεράτινος — η, ο (Α κεράτινος, ίνη, ον) [κέρας] ο κατασκευασμένος από κέρατα («ἔπινον ἐκ κερατίνων ποτηρίων», Ξεν.) νεοελλ. φρ. ανατ. «κεράτινη στιβάδα» το σκληρό εντελώς εξωτερικό τμήμα τού δέρματος που αποτελείται από λεπιοειδή πέταλα σχηματισμένα από τα… …   Dictionary of Greek

  • σαλπίζω — ΝΜΑ, και αττ. τ. σαλπίττω και βοιωτ. τ. σαλπίδδω και στους Ταραντίνους σαλπίσσω Α 1. παίζω την σάλπιγγα, ηχώ με την σάλπιγγα 2. σημαίνω παράγγελμα με την σάλπιγγα (α. «και να σαλπίζει η σάλπιγγα πολεμιστήριον ήχο», Παλαμ. β. «ἐσάλπισε τὸ...… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”